1

Υπάρχουν στρατηγικά διλήμματα;

 

του Δημήτρη Καλτσώνη

καθηγητή θεωρίας κράτους και δικαίου

Πάντειο Πανεπιστήμιο

 

εφημ. ΤΑ ΝΕΑ, 5/7/2021

 

Οι ΗΠΑ ζήτησαν εδώ και δεκαετίες από τις ελληνικές κυβερνήσεις να διαθέτουν πληθώρα στρατιωτικών βάσεων στη χώρα μας και εκείνες απάντησαν ¨ναι”. Στο παρελθόν (μπορεί και στο μέλλον;) ζήτησαν να εγκαταστήσουν πυρηνικά όπλα και επίσης απάντησαν θετικά. Για μια περίοδο αυτά βρίσκονταν ακόμη και στην περίμετρο της πρωτεύουσας. Έχουν ζητήσει και μετέτρεψαν τη Σούδα, ένα τεράστιο τμήμα της Κρήτης σε αβύθιστο αεροπλανοφόρο. Το έχουν ακόμη και σήμερα, αναβαθμισμένο ολοένα και περισσότερο. Με την τελευταία συμφωνία για τις βάσεις πέτυχαν, σε αντίθεση με το άρθρο 27 παρ. 2 του Συντάγματος, να μπορούν να αξιοποιούν ανεξέλεγκτα, κάθε στρατιωτική και πολιτική υποδομή της χώρας (από την Κρήτη μέχρι την Αλεξανδρούπολη) σε μια λογική σύγχρονης “μπανανίας”.

Ζητούν ολοένα και περισσότερο οι ΗΠΑ τη συμμετοχή των ελληνικών ενόπλων δυνάμεων σε διάφορες αποστολές του εξωτερικού και οι ελληνικές κυβερνήσεις απαντούν πάντοτε καταφατικά. Η Ελλάδα συμμετέχει σε ασκήσεις στα Βαλκάνια και στη Μαύρη θάλασσα, σε διάφορες περιπολίες και άλλες στρατιωτικές δραστηριότητες στην ευρύτερη περιοχή του Περσικού Κόλπου και της Μέσης Ανατολής. Συγκροτεί συμμαχία με το Ισραήλ, τον σημαντικότερο στρατηγικό σύμμαχο των ΗΠΑ στην περιοχή, στέλνει μέχρι και κάποιους αμερικανικούς πυραύλους “πάτριοτ” στη Σαουδική Αραβία. Όλα αυτά εντάσσονται δίχως άλλο στην πολιτική των ΗΠΑ για περικύκλωση της Ρωσίας, έλεγχο της Μέσης Ανατολής, αποδυνάμωση της Κίνας.

Μπορεί η συμμετοχή να είναι περιορισμένη, δευτερεύουσα. Εξάλλου, προφανέστατα οι ΗΠΑ δεν θα εμπιστεύονταν σημαντικές αποστολές στις ελληνικές ένοπλες δυνάμεις. Χώρες όπως η δική μας ή το Σαλβαδόρ έχουν σε τέτοιες αποστολές το ρόλο του “φτηνού εργατικού δυναμικού”. Μην ξεχνάμε ότι ακόμη και τους πολέμους στην Κορέα και στο Βιετνάμ, οι ΗΠΑ επιχείρησαν να τους διεξάγουν όσο το δυνατό πιο ανώδυνα για τις δικές τους δυνάμεις τροφοδοτώντας με ανθρώπινο δυναμικό και αίμα άλλων χωρών.

Και σαν να μην έφταναν όλα αυτά, μας αναγκάζουν τώρα να πληρώσουμε ακριβότερα το λογαριασμό. Η επικείμενη αύξηση των ήδη πολύ υψηλών ΝΑΤΟϊκών δαπανών, που θα κληθεί να πληρώσει το αμέσως επόμενο διάστημα ο ελληνικός λαός, προορίζεται για την ελάφρυνση της στρατιωτικής προσπάθειας των ΗΠΑ και την τόνωση της βιομηχανίας της σε καιρούς κρίσης.

Τι προσδοκούν οι κυβερνήσεις μας από όλα αυτά; Προστασία έναντι της Τουρκίας, του “εσωτερικού εχθρού” (αν και όποτε εμφανιστεί) και ίσως κάποιο ελάχιστο, πολύ μικρό μερίδιο της πίτας, κάποιο συμβόλαιο εδώ ή εκεί. Ωστόσο, παρότι διανύουμε μια εντελώς προσωρινή περίοδο δήθεν νηνεμίας στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, οι τελευταίες δεκαετίες έχουν αποδείξει ακριβώς το αντίθετο. Καμιά ουσιαστική προστασία δεν παρέχει το ΝΑΤΟ. Όταν έρχεται η ώρα της προώθησης των αντίθετων προς το διεθνές δίκαιο αξιώσεων του τουρκικού αντιδραστικού καθεστώτος, οι ΗΠΑ “νίπτουν τας χείρας τους”.

Για τους μέχρι σήμερα κυβερνώντες, όποιοι και αν υπήρξαν αυτοί, στρατηγικά διλήμματα δεν υπάρχουν. Για τον ελληνικό λαό, την ειρήνη, την ευημερία, την υπεράσπιση των κυριαρχικών του δικαιωμάτων υπάρχουν.